глуповатый - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

глуповатый - translation to πορτογαλικά


глуповатый      
atoleimado, néscio, meio tolo
abobado adj      
глупый, глуповатый
cabeça de água         
голова - два уха (о глуповатом человеке)

Ορισμός

глуповатый
ГЛУПОВ'АТЫЙ, глуповатая, глуповатое; глуповат, глуповата, глуповато (·разг. ). Несколько глупый. Младший сын глуповат немного. Глуповатый вид.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για глуповатый
1. Но это мужик хотя глуповатый, но положительный, работящий.
2. Мне и в самом деле нравится такой глуповатый юмор.
3. Вместо этого "Челси" пропустил глуповатый гол, ставший следствием цепи ошибок у своих ворот.
4. И его глуповатый, равнодушно-жестокий братишка (Егор Равинский). Понятно, что конец у истории трагический.
5. "Двойка". Наталья Барсукова, менеджер, Санкт- Петербург Шура Балаганов - славный, обаятельный, глуповатый и очень смешной.